οισοφαγοσκόπηση

οισοφαγοσκόπηση
η
ιατρ. η οισοφαγοσκοπία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < οισοφάγος + -σκόπηση (< σκοπώ «εξετάζω, παρατηρώ»), πρβλ. βρογχο-σκόπηση. Η λ., στον λόγιο τ. οὶσοφαγοσκόπησις, μαρτυρείται από το 1895 στον Σ. Ζαγκαρόλα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”